Σε κατάσταση πολιορκίας έχει περιέλθει η οικονομία της Τουρκίας λίγες εβδομάδες πριν από τις πρόωρες εκλογές του Ιουνίου, με το νόμισμά της να σημειώνει το ένα χαμηλό ρεκόρ μετά το άλλο, τις υποβαθμίσεις του χρέους της να πυκνώνουν, το κόστος δανεισμού της να βρίσκεται στα ύψη και την κεντρική τράπεζα να αυξάνει τα επιτόκια χωρίς να κατορθώνει να αναχαιτίσει την ανοδική πορεία του πληθωρισμού. Κι ενώ η τουρκική οικονομία υπερθερμαίνεται με ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 7%, λόγω του ανεξέλεγκτου δανεισμού τα ελλείμματα της Τουρκίας διευρύνονται και η χώρα καταβάλλει αυξημένο κόστος για τις εισαγωγές πετρελαίου. Κινδυνεύει, άλλωστε, να βρεθεί στην ίδια μοίρα με άλλες αναδυόμενες οικονομίες και να εγκαταλειφθεί για ακόμα μία φορά από το ξένο κεφάλαιο που της είναι αναγκαίο για την κάλυψη των ελλειμμάτων της. Εκτός από τις εγγενείς παθογένειες, ο εξωγενής παράγοντας κινδύνου είναι για ακόμη μία φορά η αύξηση του κόστους δανεισμού στις ΗΠΑ και η άνοδος του δολαρίου.
Από τις αρχές Απριλίου έχει επιταχυνθεί η πτωτική πορεία της τουρκικής λίρας, που από την αρχή του έτους έχει υποτιμηθεί κατά 9% έναντι του ευρώ. Από την 1η Μαΐου έχει χάσει το 5% της αξίας της έναντι του δολαρίου, που ισοδυναμεί με σχεδόν 4,29 τουρκικές λίρες. Οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, με τελευταία την S&P, που μέσα στην εβδομάδα προχώρησε σε νέα υποβάθμιση του τουρκικού χρέους. Τα ομόλογα του τουρκικού Δημοσίου, που ήδη κατατάσσονταν στο επίπεδα των «ομολόγων σκουπιδιών», υποβαθμίστηκαν περαιτέρω στο ΒΒ-/Β από το ΒΒ/Β.
Κατατάσσονται πλέον στην ίδια κατηγορία με τα ομόλογα του Βιετνάμ και της Βραζιλίας. Η S&P επικαλέστηκε, βέβαια, τη διόγκωση του εξωτερικού χρέους και των ελλειμμάτων της Τουρκίας. Το εξωτερικό χρέος της Τουρκίας έχει αυξηθεί στο 53,3% του ΑΕΠ, το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 60% του ΑΕΠ και το εμπορικό έλλειμμα σημείωσε τον Απρίλιο αύξηση 32,8% σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2017. Παράλληλα, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών βρίσκεται στο 5,6% του ΑΕΠ και κινείται ανοδικά εξαιτίας της αύξησης τιμής του πετρελαίου.
Εξάλλου, το κόστος δανεισμού της γειτονικής χώρας είναι ήδη σε απαγορευτικά επίπεδα, με τις αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων να υπερβαίνουν το 13,60% και να κινούνται ανοδικά. Προηγήθηκε στα μέσα Απριλίου προειδοποίηση της Moody’s για τις επιπτώσεις που θα έχει στις τουρκικές τράπεζες η συνεχής υποτίμηση της λίρας. Αιτία είναι ότι το 33% των δανείων τουρκικών τραπεζών είναι σε δολάρια ή σε ευρώ, που σημαίνει ότι με τη συνεχή διολίσθηση του νομίσματος θα εκτιναχθεί στα ύψη το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Και βέβαια, η Moody’s προειδοποιούσε ότι η αποδυνάμωση του τουρκικού νομίσματος θα επιφέρει περαιτέρω επιτάχυνση του πληθωρισμού. Η δυσοίωνη εκτίμησή της επαληθεύθηκε μέσα στην εβδομάδα. Τα τελευταία στοιχεία φέρουν τον πληθωρισμό να έχει επιταχυνθεί τον Απρίλιο στο 10,85%, μολονότι την περασμένη εβδομάδα η Τράπεζα της Τουρκίας προχώρησε σε αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης. Από τις αρχές του προηγούμενου έτους, άλλωστε, έχει αυξήσει, ματαίως, το κόστος του δανεισμού κατά 700 μ.β.
Οι Τούρκοι τοποθετούν τις αποταμιεύσεις τους στην αγορά χρυσού
Πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές διαπιστώνουν πως η οικονομία αποτελεί πλέον τη χαίνουσα πληγή της Τουρκίας, αλλά και την αχίλλειο πτέρνα του Τούρκου προέδρου. Δεδομένου, μάλιστα, ότι η νίκη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις επικείμενες εκλογές θεωρείται ουσιαστικά βέβαιη, σημαντική μερίδα αναλυτών εκτιμά ότι η οικονομία θα τον νικήσει μεσοπρόθεσμα, καθώς δεν θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τα δυσεπίλυτα προβλήματά της.
Ο καλπάζων πληθωρισμός και η υποτίμηση του νομίσματος έχουν μειώσει την αγοραστική δύναμη και το βιοτικό επίπεδο σημαντικής μερίδας του τουρκικού λαού. Ανάμεσά τους και τα εύπορα συντηρητικά στρώματα της Ανατολίας, που έως τώρα παραμένουν πιστό πολιτικό του ακροατήριο. Ενδεικτική της ανασφάλειας που έχει, άλλωστε, εμπνεύσει σε μεγάλη μερίδα του τουρκικού λαού η διαρκής επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών, και προπαντός η απαξίωση του νομίσματος, είναι η στροφή των Τούρκων στον χρυσό. Στη διάρκεια της εβδομάδας δόθηκαν στη δημοσιότητα στοιχεία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χρυσού, σύμφωνα με τα οποία στην Τουρκία σημειώθηκε η μεγαλύτερη αύξηση της ζήτησης για χρυσό. Το θέμα δεν αφορά μόνον την κεντρική τράπεζα, που αγοράζει διαρκώς ράβδους χρυσού και έχει σχεδόν διπλασιάσει τα αποθέματά της τους τελευταίους 12 μήνες.
Αφορά, παράλληλα, τους Τούρκους που προσπαθούν να περιφρουρήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, τοποθετώντας τα χρήματά τους στο παραδοσιακό ασφαλές καταφύγιο και συνήθως σε χρυσά κοσμήματα. Ετσι, μέσα στο πρώτο τρίμηνο αυξήθηκε η ζήτηση για χρυσό κατά 34%, με τις πωλήσεις χρυσού να φτάνουν σε αξία τα 965 εκατ. δολάρια. Η εντυπωσιακή αύξηση αντανακλά το μέγεθος της ανησυχίας στη γειτονική χώρα, καθώς στο διάστημα που σημειώθηκε, οι τιμές του χρυσού και των χρυσών κοσμημάτων εκτινάσσονταν στα ύψη, αντανακλώντας την πτώση της τουρκικής λίρας.
Εχουν, άλλωστε, προηγηθεί προειδοποιήσεις του ΔΝΤ αλλά και διεθνών αναλυτών για το πόσο ευάλωτη είναι η τουρκική οικονομία σε εξωτερικά σοκ, όπως η αύξηση του κόστους δανεισμού στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον Κρίστιαν Μάτζιο, αναλυτή αναδυόμενων αγορών στην επενδυτική TD Securities, η Τουρκία είναι μεταξύ αναδυόμενων οικονομιών η πιο ευάλωτη στο ενδεχόμενο μεγάλων αυξήσεων των επιτοκίων στις ΗΠΑ, ακριβώς επειδή έχει μεγάλες ανάγκες χρηματοδότησης από τον εξωτερικό δανεισμό. Αναλυτές και επενδυτές εκτιμούν πως ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την τουρκική οικονομία είναι γεωπολιτικής φύσεως και απορρέει από την εμπλοκή της στη Συρία και στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Έντυπη Καθημερινή